Τα ίδια συναισθήματα και φέτος με πλημμυρίζουν, όταν βλέπω μαθητές όλων των ηλικιών να ξεκινούν για τα σχολεία τους. Είναι ένα συναίσθημα «στυφής νοσταλγίας», όπως το ονόμασα έπειτα από πολλά χρόνια, που η «πρώτη ημέρα» στο σχολείο έπαψε να υφίσταται στη ζωή μου.

Και λέω «στυφής», γιατί ακόμη να ξεκαθαρίσω μέσα μου, αν υπερτερεί η χαρά ή η λύπη, όταν ενθυμούμενος εκείνη την «πρώτη ημέρα» που ξεκινούσε το σχολείο, με πλημμυρίζει ακόμη η νοσταλγία για τα χρόνια της αθωότητας που έφυγαν ή υπερτερεί το άλλο συναίσθημα της ανακούφισης και λέω μέσα μου «τι καλά, που έφυγαν εκείνα τα χρόνια»

Η πρώτη μέρα στο σχολείο είναι πάντοτε δύσκολη και μόνο υπό την έννοια ότι εγκαταλείπεις την ανεμελιά και το παιχνίδι κι αναγκάζεσαι να μπεις σε ένα πρόγραμμα. Αυτές τις ημέρες, θυμήθηκα έντονα την πρώτη ημέρα μου στο Γυμνάσιο, τότε που οι αρχές της εφηβείας σε κρατούν μετέωρο ανάμεσα στις λέξεις «παιδί» και «άντρας». Βρέθηκα στην αυλή του 2ου Γυμνασίου Σερρών με λίγους συμμαθητές μου από την τάξη του 7ου Δημοτικού Σχολείου που τελείωσα, γιατί οι περισσότεροι πήγαν στο 4ο Γυμνάσιο. Είχα, όμως, φίλους από τη γειτονιά και τα παιχνίδια που κάναμε και μοιράστηκα μαζί τους την αγωνία και το χτυποκάρδι στη μεγάλη αλλαγή που γινόταν στη σχολική μας ζωή.

Τα δύσκολα ήρθαν, όταν διαπίστωσα πως βρέθηκα σε ένα τμήμα που δεν είχα κανένα συμμαθητή, κανένα γείτονα, κανένα φίλο. Διάλεξα ένα από τα τελευταία θρανία και κάθισα μόνος μου, χαμένος ανάμεσα σε δεκάδες άλλα μάτια που έκαναν «πτήσεις αναγνώρισης» ανάμεσα στους τέσσερις τοίχους της αίθουσας, ώσπου . . . ώσπου ήρθε και κάθισε δίπλα μου ένα αδύνατο αγόρι, με δύο μαύρα μάτια, πολύ ήσυχος και το ίδιο χαμένος με εμένα κι αυτός. Ήταν ο Κώστας Πάνου, που έγινε αγαπημένος φίλος μου και μοιραστήκαμε το ίδιο θρανίο για πολλά χρόνια αλλά μοιραστήκαμε και τις ίδιες χαρές, τις ίδιες αγωνίες, τα ίδια παράπονα και τις επιτυχίες.

Ο Κώστας μεγάλωσε σε μια μονοκατοικία στην περιοχή της Ευαγγελίστριας κι εγώ σε ένα διαμέρισμα στην Καλκάνη. Ο Κώστας είχε αυλή για να παίζει με τους φίλους του κι εγώ έψαχνα αλάνες στη γειτονιά μου, όπου φύτρωναν πολυκατοικίες. Ο Κώστας ήταν σοβαρός και μετρημένος κι εγώ ζωηρός και φωνακλάς. Αλληλοσυμπληρωνόμασταν και δεθήκαμε με μία δυνατή φιλική σχέση που κρατά μέχρι σήμερα. Είναι ο «ψηλός» της παρέας μας, γιατί ψήλωσε πρώτος πολύ και απότομα κι από τότε έμεινε με το προσωνύμιο αυτό. 

Καλή σχολική χρονιά σε όλους τους μαθητές, κάθε ηλικίας. Τη χρειάζονται . . . 
 
Κείμενο : Ιορδάνης Ξανθόπουλος (Φιλόλογος – Δημοσ/φος)

Διαβάστε επίσης: